[ ] Lykao. — Laodicea Comb. (Lādik)
1 Ἰουλιὰς δού-
λη του κυρί-
ου Νεικηφό-
ρῳ ἀνδρὶ γλ-
5 υκυτάτῳ μ-
νήμης χάριν
ἑατῇ ζω-
σα. ❦
Search Help
Contact Us