[ ] Pont. — Amaseia (Amasya) — Rom. Imp. period
1 σήματα [συ]νθραυσθέντα παλαιγενέων ἡρώω[ν]
  ἐν μ[α]κροῖσι χρόνοις Λούκιος ἡρμόσατο.
τοιγάρ, ὅσ[οι τ]ειμᾶτε τάφους νεκύων παροδεῖτ[αι],
  Λούκιον [ε][φ]ήμως τείετ’ ἀμειβόμενοι.
Search Help
Contact Us