[ ]
Lyd., N.E. — Ioulia Gordos (Gördes) — 132/3 AD
1 | ἔτους σζιʹ, μ[η(νὸς)] Ἀπελλαίου ηʹ. |
1a | {²pecten}² {²corona}² {²urceus?}² |
2 | Θυνίτης καὶ Ἄ̣μμι[ν ἐτ]ίμη- |
σαν Στρατο[ν]ε[ίκην τὴ]ν θ̣υ- | |
γατέρα καὶ Ἀ̣λέ[ξ]α̣[νδρ]ος | |
5 | τὴν ἀδελφήν, Ε̣[․․․․․․]ι̣ος |
τὴν ἑαυτοῦ̣ σ[ύντροφον(?)]. |