[ ] Syr., Laodik. — Laodicea
See also:
1 [ἔδοξεν]
[Λαοδικέων τῆ]ς μητρο-
[πόλεως τῆι βου]λῆι καὶ
[τῶι δήμωι Δημό]κριτ[ον](?) Ἀλε-
5 [ξάνδρου(?), ἐπι]καλούμε-
[νον ․․․․ ἀγω]νοθέτη․․
․․․․․․․․․․στον αὐ-
․․․․․․․․․․․․
Search Help
Contact Us