[ ] Syr., Laodik. — Laodicea
1 Διοκλῆς <Θ>εοδότου
Ζηνοδώρᾳ Ζή<νω>νος τῇ
[δʹ ἐ]πικαλουμένῃ Κ-
γ․․ιι μνή(μη)ς χάριν
5 [κ]αὶ ἑαυτῷ.
Search Help
Contact Us