[ ] Cil. — Korykos (Kızkalesi) — Christian
1 σωματοθή-
κη διαφέρουσα
Παύλου νομικοῦ
  (καὶ) Ἀναστασί-
5 ας γαμετῆς αὐ-
     τοῦ.
Search Help
Contact Us