[ ] Bith. — Nikaia (Iznik): Aşaǧi Kinik/Göynük
1 [τὸ]ν βίον ὡς ἔγνων, ὡ[ς]
[ὧ]δε κατὰ πάντα τέτε[υ]-
[κ]ται, νέος οἰκονόμο[ς]
[Ἔν(?)]ννις, εἰδών τε τὸ μ[—]-
5 [—]ν․εον οἰκοδομήσ[α]
[μ]όχθον ἅμ̣’ οἶκον ἑα[υτῷ]
[κ]ὲ γαμετῇ Ἀρισταινέ[τῃ]
[τ]ὸν βίον ἐλπιζοντ[—]
[—]․ιδιαις παλάμαις· [—]
10 [γ]ράμματα ταῦτ’ ἐχά[ρα]-
[ξα] κέ̣ τέκνα γλυκύτα[τα]
[Ἔ]ννις Γλύκων κὲ Ἐν[νία(?)]
[ἐλ]πιδία <κ>ὲ νέος Γερ[μα]-
[νὸ]ς̣ οἱ φιλάδελφοι.
Search Help
Contact Us