[ ] Lykao. — Laodicea Comb. (Lādik) — Klio 10.1910.235,5 — JRS 2.1912.100n8 cf. — ILS 9470
1 [Διαδούμ(?)]ενον Σ[ε]-
βαστοῦ ἀπελεύ-
θερον, ἐπίτροπον
καλενδαρίου
5 Οὐηλιανοῦ, ἐπ[ί]-
τροπον χαρτη-
ρᾶς Ἀλεξανδρεί-
ας, ἐπίτροπον
Καππαδοκίας,
10 Ἰούλιος Σερέν-
τιος Αἰμιλιανὸς
[τ]ὸν ἑαυτοῦ̣
[εὐ]εργέτην̣.
Search Help
Contact Us