[ ] Gal. Phryg. — Laodicea Comb. (Lādik) — Karasevinç
Α𐆠Ω
1 Αὐρ. Ἀλέ-
ξανδρος
υἱὸς Αὐρ. Τι-
ηου τοῦ τῆ-
5 [ς ἀρί]σ̣της μνήμης
[κὲ τῇ γλ]υκυτάτῃ
[μητρὶ] Αὐρ. Προ-
[κλιανῇ μ]νήμης χά-
[ρι]ν.
Search Help
Contact Us