[ ] Lyd., N.E. — Ioulia Gordos (Gördes)
1 ἐτ̣είμ̣[ησεν — — —]
Σεκοῦν[δ]ον τὸν̣ [ἑαυ]-
τῆς ΑΔ․․Ν, Σεκ[ουνδ—],
Δίων, Ἀ̣ρτεμᾶς, Ῥ̣[— —, Ἥ]-
5 ρυλλος, Δ̣όξα τὸν [πατέ]-
ρα, Θεόφιλος τὸν [θρέ]-
ψανταν, Ἥρυλλος
τὸν ἀδε[λ]φὸν καὶ ο[ἱ]
συνγεν̣ῖ̣ς πάντες.
Search Help
Contact Us