[ ] Lyd., N.E. — Ioulia Gordos (Gördes) — 188/9 AD
1 [ἔτους] σογʹ, μη(νὸς)
[Ὑπε]ρβερταίου δʹ.      {²sertum}²
{²sertum}² [Τατ]ιανὸς Πολυν#⁹⁰¹-
ε̣ίκην τὴν κατα-
5 θύμιον γυναῖ-
κα ἐτείμησεν,
Τατιανὸς τὴν μη-
τέρα, Παπιας καὶ Ἀμμιας
τὴν τεθραμμένην, Κράτιπ-
10 πος καὶ Μενεκράτης τὴν ἀ-
δελφήν, Ἀμμιας τὴν σύν-
τροφον, Τατιανὸς καὶ Πολυ-
νείκη τὴν νύμφην, Μενε-
κράτης ὁ μήτρων, Φαῦστος
15 KAI\ *(ERMOGE/NHS KAI\ *MENEKRA/-
τ̣ης οἱ δαέρες, Ἄτταλος καὶ Πα-
π̣ιας τὴν σύντροφον καὶ οἱ λοι-
ποὶ συνγενεῖς πάντες.
   χαῖρε καὶ εὐόδει.
Search Help
Contact Us