[ ] Lyd., N.E. — Ioulia Gordos (Gördes) — 159/60 AD
1 ἔτους σμ̣δʹ, μη(νὸς)
Δείου ἑκκεδεκά-
τῃ. Τρόφιμος ἐτί-
μησεν Ὀνησίμην
4a {²speculum}² {²corona}² {²calathus}²
5 τὴν ἑαυτοῦ
γυνε͂καν, Ἀφφι-
α̣ς̣ τὴν μητέ-
ρ̣α̣.
   χαῖρε.
Search Help
Contact Us