[ ] Lyd., N.E. — Ioulia Gordos (Gördes) — 36/7 AD
1 [ἔ]τ̣ους ρʹ καὶ καʹ, μη(νὸς) Ξανδικοῦ αʹ.
ὁ̣ δῆμος ὁ Ἰουλιέων Γορ-
δηνῶν καὶ ὁ Λορην<ῶ>ν δῆ-
μος ἐτίμησεν Νέωνα Μη-
5 τροφάνου.
5a      {²corona}²
6 Μητροφάνης Νέωνα τὸν
υἱόν, Ἀπφιας καὶ Μέναν-
δρος τὸν ἀδελφόν, Θυνεί-
της τὸν πενθεριδῆ, Ἀλκὴ̣
10 τὸν πρόγονον, Ἀρτεμίδω-
ρος καὶ Ἀμμιας τὸν ἀδελ-
φιδοῦν, οἱ συνγενεῖς καὶ
οἰκέται χρυσῷ στεφάνῳ.
Search Help
Contact Us