[ ] Lyd., N.E. — Kollyda (İncesu-Gölde) — 155/6 AD
1 ἔ̣τους σμʹ, μη(νὸς) Αὐδ[ν]-
αίου. παραγράφε[ι]
Ἀπολλώνιος τὸ-
ν βεβληκότα τὸ π[ι]-
5 νακίδιον κ<α>ὶ ἠρκό-
<τ>α καὶ σύστορα τῇ
πωλεία.
Search Help
Contact Us