[ ] Lyd. — Sardis (Sart)
1 [προνο]ήσαντο̣[ς] τῆς ἀν[α]-
[στάσ]εως τοῦ ἀ̣[ν]δρ̣ιάντ̣[ος]
[— —]λιατίου Νίγρου [—]
     [— —]․․․․ου [—].
Search Help
Contact Us