[ ] Lyd. — Sardis (Sart) — late 2nd-3rd c. AD
— — —
1 [καὶ] Μόσχειν τῷ πατρὶ
καὶ ὁ γαμβρὸς Καικιλιανὸς
τῷ πενθερῷ καὶ οἱ συν-
[γ]ενῖς ἐποίησαν μνήας
5 [ἕ]νεκον {²⁶ἕνεκεν}²⁶.
Search Help
Contact Us