[ ] Lyd. — Sardis (Sart)
1 Ἀρτέμιδι Ἀναείτ[ι]
1a       {²eyes}²
2 Ἀμμιὰς Ματρῖδος ἔ-
κ̣τισσε ὡς κολασ̣θ̣[ῖ]-
[σα ἰς τοὺς ὀφθαλμοὺς]
5 — — —
Search Help
Contact Us