[ ] Syr., Apamene — Ḥerāké
1 [Ἰωάνν]ης Δόμνου ὑπὲρ σωτηρί[ας]
[— — —]νου ἀδελφοῦ (καὶ) ἀναπαύσ[εως]
[τῶν ἀ]δελφῶ(ν)    (καὶ) σωτηρίας
    [Π]ρώ<κ>λου(?) πατρός.
Search Help
Contact Us