[ ] Nub. — Pachoras--Phthouris (Faras)
1 [Μιχαὴλ ․․․ ἀρχη]στράτιγος {²⁶ἀρχιστράτηγος}²⁶, φιλάν(θρωπ)ος ἀ[γα]θέ, βοήθει ἔρο̣ν̣ {²⁶ἔργον26.
Search Help
Contact Us