[ ] Serdica (Sofia)
1 [κυρίᾳ Ἀρτέ]μ̣ει τῇ πα̣-
[τρῴᾳ καὶ ἐ]πηκόῳ ∙ Π(όπλιος) ∙
[․․․․]ς̣ Σ̣ατορνεῖνος
[τὸν] βωμὸν ἀνέθηκεν.
Search Help
Contact Us