ὑπάτου, ἀνθυπάτου
Τρόφιμος πραγματευτής.
[φι]λοσέβα[στος —]
[πρα]γματ[ευτής]
[—]φ[—]
κήδεται Ξάνθος, βουλῆ[ς]
Ἐφεσίων πραγματευτής,
φίλος τοῦ Πασικράτου.
αὑτοῦ δεσπότην
Μητρόδωρος πρα-
γμα[τευτής].
[Ἑ]ρμᾶς, Νίγερος πραγματευτής, γυν[αι]κὶ Αἰ[— — —]
μνήμης χάριν καὶ ἑαυτῷ ζῶν.
τίου Πωλίωνος
❦ πραγματευτής.
πραγματευυ-
τής πραγματευτής
μ(νήμης) χ(άριν).